- πρόδειπνο
- το, Νμικρό γεύμα που λαμβάνεται το απόγευμα πριν από το δείπνο, απογευματινό.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μερέντι — και μερέντισμα, το (ιδιωμ.) το απογευματινό κολατσιό, το πρόδειπνο, αλλ. δειλινό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. merenda] … Dictionary of Greek
προ- — α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση πρό. Το προ συντίθεται με ονόματα, ρήματα και, σπανιότερα, με επιρρήματα και προσδίδει βασικά τη σημ. τής προτεραιότητας ως προς τον τόπο, τον χρόνο ή την τάξη … Dictionary of Greek